Η οδοντιατρική φοβία αποτελεί έναν από τους γνωστότερους φόβους παγκοσμίως. Ένας ορισμένος αριθμός ανθρώπων αναβάλλει την επίσκεψη στον οδοντίατρο μόνο και μόνο επειδή φοβάται. Ένα άλλο ποσοστό ασθενών αποφασίζει να δεχτεί την οδοντιατρική περίθαλψη μόνο μετά από μεγάλη ανάγκη.
Η αιτία του φοβικού ασθενούς είναι συχνά μια προγενέστερη ψυχικά τραυματική και οδυνειρή εμπειρεία. Η αναγκαστική επιβολή οδοντιατρικής θεραπείας στην παιδική ηλικία από έναν “κακό” οδοντίατρο μένει στενά χαραγμένη στο υποσυνείδητο και αποτρέπει την οποιαδήποτε μελλοντική προσπάθεια παροχής οδοντιατρικής φροντίδας.
Η αποφυγή του οδοντιάτρου άλλοτε είναι αποτέλεσμα του φόβου για τις βελόνες, το νοσοκομειακό περιβάλλον γενικότερα, τη λευκή μπλούζα των ιατρών ή του φόβου μετάδοσης κάποιας ασθένειας από μολυσμένα εργαλεία ή υλικά.
Ο φόβος επίσης γεννάται από το φόβο του πόνου ή του εάν θα είναι η θεραπεία καλή και το αισθητικό αποτέλεμα αρμονικό και συχνά αυτό που φοβίζει τον ασθενή είναι η πεποίθηση ότι δεν θα μπορεί να έχει το έλεγχο της καταστάσεως όταν κάθεται στην καρέκλα του “πόνου” .
Η οδοντιατρική φοβία εν τέλει είναι φυσιολογικό να υπάρχει ως αποτέλεσμα της επέμβασης σε μια τόσο ευαίσθητη περιοχή του σώματος όπως είναι το στόμα.
Όλες οι φοβίες και αντιδράσεις δεν είναι καθόλου δύσκολο παρόλα αυτά να αντιμετωπιστούν. Ο οδοντίατρος πρέπει να εκπέμπει ηρεμία και να είναι πρόθυμος να επεξηγήσει στον ασθενή τις λεπτομέρειες της θεραπείας.
Κύρια πρέπει να είναι εξασφαλισμένο ότι ο ασθενής δεν θα πονέσει στο οποιοδήποτε στάδιο της θεραπείας και καμία στιγμή.
Και τελικά ο οδοντίατρος είναι ο μόνος που μπορεί όταν δεν είναι απόμακρος να απομακρύνει το φόβο και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ασθενούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι όταν χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ ιατρού και ασθενούς τελικά θα διατηρηθεί για πολλά χρόνια.